Ψυχολογια παιδιού & εφήβου

Προσχολική Ηλικία

Η προσχολική ηλικία είναι μια ιδιαίτερη περίοδος στη ζωή του ανθρώπου, καθώς παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποικιλία σε χαρακτηριστικά. Είναι η περίοδος όπου κάθε παιδί δομεί την προσωπικότητά του. Πολλοί λένε ότι μέχρι τα πέντε έτη έχει ήδη φτάσει στο 60% των συνολικών χαρακτηριστικών. Καθόσον όμως μιλούμε για μονάδες, για άτομα και καθώς οι βιορυθμοί ακόμα και ανάμεσα σε δύο αδέρφια είναι διαφορετικοί, οι εκφάνσεις χαρακτήρων κυμαίνονται σε μεγάλα μήκη και πλάτη.

Ας αρχίσουμε όμως από τα γενικά χαρακτηριστικά βιοσωματικής και ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης.

Κατά την προνηπιακή και νηπιακή ηλικία η αύξηση των διαστάσεων του σώματος δεν παρουσιάζει τις εντυπωσιακές αλλαγές της βρεφικής ηλικίας. Ο ρυθμός αύξησης επιβραδύνεται, η ανάπτυξη όμως ενώ κατά την βρεφική ηλικία ήταν στερεότυπη κι επηρεαζόταν περισσότερο από την ωρίμανση, στην φάση αυτή είναι πιο ποικίλη κι είναι αποτέλεσμα περισσότερο της άσκησης και της προσωπικής εμπειρίας. Γι’ αυτό οι ατομικές διαφορές γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες.

Στο 2ο έτος το μέσο ύψος είναι 80 με 85εκ. και το μέσο βάρος 12-14kg. Στα

επόμενα 4-5 χρόνια η ετήσια αύξηση στο ύψος είναι 7-8εκ. ενώ στο βάρος 1-1.5kg.

Οι αλλαγές στις αναλογίες του σώματος οφείλονται στην ταχύτερη ανάπτυξη του κάτω τμήματος κάθε μέρους του σώματος. Μεγάλη αύξηση παρουσιάζουν τα κάτω άκρα, γι’ αυτό και παρατηρούμε αδεξιότητα στον συντονισμό των κινήσεών του. Ο σωματότυπος σταθεροποιείται και μπορούμε με αρκετή ακρίβεια να περιγράψουμε την τελική σωματική διάπλαση του παιδιού.

Σύμφωνα με τους σωματικούς τύπους του Sheldon, διακρίνονται τρεις σωματότυποι:

  1. Οι ενδομορφικοί με σώμα πλαδαρό και σφαιρική εμφάνιση
  2. Οι μεσομορφικοί με υπεραναπτυγμένη σωματική διάπλαση
  3. Οι εκτομορφικοί με αδύνατους μυς και σκελετό

Υποστηρίζεται ότι κάθε σωματότυπος είναι φιλικός, κοινωνικός και καλόκαρδος αλλά νωχελικός διότι επιδιώκει την σωματική άνεση. Τα μεσομορφικά άτομα παρουσιάζουν χαρακτηριστικά όπως αυτοπεποίθηση και κυριαρχία, άτομα με μυς και αθλητική εμφάνιση συνηθίζουν να είναι αρχηγικές προσωπικότητες, αρρενωπά, οξύθυμα, θαρραλέα και δραστήρια.

Ο εκτομορφικός είναι εσωστρεφής, ντροπαλός, συγκρατημένος και κοινωνικά απομονωμένος, άτολμος και αδιάφορος προς τα αγωνιστικά παιχνίδια.

Είναι απολύτως απαραίτητο να μπορούμε να αναγνωρίζουμε από την 1η 2η επαφή

τις σωματικές δυνατότητες των παιδιών. Έτσι, ενώ φυσικά το πρόγραμμα θα είναι το ίδιο για όλους, θα πρέπει να διαμορφώνουμε ανάλογα τις απαιτήσεις μας.

Από την άλλη πλευρά, η ψυχοκινητική ανάπτυξη ακολουθεί τις εξής βασικές κατευθύνσεις:

  1. Από αμφίπλευρη γίνεται ετερόπλευρη
  2. Από αντανακλαστική γίνεται σκόπιμη
  3. Από μαζική γίνεται μερική και εξειδικευμένη

Πλείστες κινητικές δραστηριότητες που απαιτούν αισθησιοκινητικό συντονισμό, ισορροπία, κατανόηση του χώρου (π.χ. ανεβοκατέβασμα της σκάλας χωρίς στήριξη και εναλλαγή ποδιών, επιτάχυνση ή επιβράδυνση του βήματος, στροφή σε απότομες γωνίες, απότομο σταμάτημα, ισορροπία στο ένα πόδι, τρέξιμο κατά ζεύγη, ποδηλασία), όλα αυτά εκτελούνται με ακρίβεια, σταθερότητα και άνεση.

Το φύλο θεωρείται ένας από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και των διαπροσωπικών σχέσεων της ζωής του ατόμου. Ο ρόλος του φύλου μπορεί να εξεταστεί με την στενότερη έννοια της ερωτικής συμπεριφοράς-το βιολογικό ρόλο του φύλου-και με την ευρύτερη έννοια των κοινών προτύπων συμπεριφοράς-κοινωνικός ρόλος του φύλου. Στο βιολογικό δεν θα επεκταθούμε.

Ο κοινωνικός ρόλος αναφέρεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μορφών συμπεριφοράς οι οποίες θεωρούνται ως χαρακτηριστικές του κάθε φύλου. Διαμορφώνεται σταδιακά με την πάροδο της ηλικίας. Στο 3ο έτος γνωρίζει τις λέξεις «αγόρι», «κορίτσι». Η διάκριση

γίνεται με βάση τα εξωτερικά χαρακτηριστικά. Η μονιμότητα της έννοιας αρχίζει να κατακτάται στο 5ο – 6ο έτος. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα παιδιά, νωρίς στην ζωή

τους, αντιλαμβάνονται και περιγράφουν τον ρόλο του κάθε φύλου με τα ίδια στερεότυπα που χρησιμοποιούν κι οι ενήλικοι. Δηλαδή περιγράφουν τους άντρες ως ισχυρούς, επιθετικούς κι ανταγωνιστικούς ενώ τις γυναίκες εξαρτημένες, τρυφερές και περισσότερο ομαδικές.

Μιας και συζητάμε για κοινωνικότητα, οι σχέσεις με τους συνομηλίκους αρχίζουν από το 2ο έτος της ηλικίας και διαδραματίζουν αυξανόμενο ρόλο στην κοινωνικοποίηση

του παιδιού. Οι μορφές αλληλεπίδρασης στις σχέσεις που κυριαρχούν σε κάθε ηλικία εμφανίζονται στο παιδικό παιχνίδι.

Στο 2ο έτος η συνήθης μορφή παιχνιδιού είναι το μοναχικό παιχνίδι, στο 3ο έτος το παράλληλο και στο 4ο έτος το συντροφικό παιχνίδι. Οι ατομικές διαφορές στην κοινωνική

συμπεριφορά είναι εμφανείς ακόμα και κατά την νηπιακή ηλικία στις δραστηριότητες των ομάδων των συνομηλίκων. Τρεις κοινωνικοί τύποι παιδιών έχουν διαπιστωθεί:

  1. Το κοινωνικά τυφλό παιδί (όταν είναι ανάμεσα σε άλλα παιδιά και συμπεριφέρεται σαν να μην υπάρχει κανείς γύρω του)
  2. Το κοινωνικά εξαρτημένο παιδί (η συμπεριφορά του εξαρτάται από την παρουσία άλλων)
  3. Το κοινωνικά ανεξάρτητο παιδί (συναισθάνεται την παρουσία άλλων και αλληλεπιδρά ελεύθερα κάνοντας τις δικές του επιλογές)

Γιατί όμως τα λέμε όλα αυτά; Γιατί στους χώρους που κινούμαστε ως παιδαγωγοί με την ευρύτερη έννοια, πρέπει να ξέρουμε τι να περιμένουμε, τις ποικιλίες που αντιμετωπίζουμε ώστε να μην θεωρούμε αφύσικη ή απίθανη μια διαφορετικού τύπου συμπεριφορά απ’ ότι έχουμε στο μυαλό μας.

Όταν έχουμε να κάνουμε με ένα ή δύο άτομα στην πρώτη επαφή μας, να γονατίσουμε για να συστηθούμε. Έτσι θα έρθουμε στο ύψος του παιδιού κι εκείνο θα νιώθει πιο άνετα. Τα πρώτα πέντε λεπτά είναι τα πλέον σημαντικά, ειδικά για άτομα τα οποία δεν θα έχουν καθημερινή επαφή. Αυτές τις στιγμές είναι καλό να επιλέγουμε θέματα παιδοκεντρικά, θέματα που τα ίδια βγάζουν.

Από την άλλη, συνήθως αντιμετωπίζουμε ομάδες, δομημένες ή μη. Θα αναφερθούμε για λίγο στην έννοιά της.

Ήδη από την νεογνική ηλικία το άτομο βρίσκεται σε ομάδα. Αυτή αρχικά ονομάζεται οικογένεια, αργότερα ομάδα ομηλίκων, σχολική τάξη, κ.ο.κ. Στο σχηματισμό μιας ομάδας προκύπτουν μοναδικά ψυχολογικά φαινόμενα-δυναμική της ομάδας.

Οι φάσεις εξέλιξης μιας ομάδας σημειώνονται σε διάφορα στάδια. Επιγραμματικά:

  • Φάση προσανατολισμού: επαφή, υψηλό άγχος, δυσκολίες
  • Φάση σύγκρουσης: αλληλεπιθέσεις, νευρικότητα, ανυπομονησία, επιθετικότητα, υποομάδες, στρατόπεδα, ΔΙΑΛΥΣΗ.
  • Φάση σύνθεσης: συμφιλίωση, επικοινωνία, συνεργασία, απόδοση, κοινοί στόχοι.
  • Φάση απόδοσης: ισορροπία
  • Στατική φάση

Οπότε είναι απαραίτητο σε στόχους επίτευξης να τίθενται στη φάση σύνθεσης.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη φάση της ομάδας:

  • Δομή ομάδας – οργάνωση (δομημένες που δεν δέχονται)
  • Στόχος – οι στόχοι για συγκροτημένη αποδοτική ομάδα να είναι σαφείς
  • Πίεση από το περιβάλλον – οικογένεια
  • Ακούσια ή εκούσια συμμετοχή
  • Χαρακτηριστικά μελών: παιδιά ηλικίας 5 ετών δύσκολα περνούν στην φάση σύνθεσης χωρίς την καθοδήγηση ενήλικα.

Σχετικά Άρθρα